Ρίτα Αντωνοπούλου, φωνή
Άκης Μουχλιανίτης, πιάνο
Ρίτα Αντωνοπούλου, φωνή
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Με μεγάλη αγάπη για τη μουσική και το τραγούδι ξεκινά τα πρώτα της μαθήματα μοντέρνου τραγουδιού στην ηλικία των 18, ενώ παράλληλα σπουδάζει Γραφιστική, στη Σχολή Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών της Αθήνας. Σπουδάζει ξένες γλώσσες (Αγγλικά, Γαλλικά και Ισπανικά) και ξεκινά να δουλεύει σε μικρές μουσικές σκηνές στην Αθήνα με διάφορα σχήματα ερμηνεύοντας τραγούδια ελλήνων συνθετών. Σε ηλικία 20 ετών ξεκινά τις σπουδές της στο κλασσικό τραγούδι, ενώ συνεχίζει να συνεργάζεται με διάφορα γκρουπς παρουσιάζοντας προγράμματα βασισμένα στο ξένο ρεπερτόριο αυτή τη φορά (ροκ, τζαζ, φανκ κτλ) στην Αθήνα αλλά και σε πολλές πόλεις της Ελλάδας.
Το 2000 ξεκινά η συνεργασία της με τον Μίμη Πλέσσα, η οποία διαρκεί 2 χρόνια και συμμετέχει σε όλες τις συναυλίες και μουσικές εκδηλώσεις του συνθέτη. Αμέσως μετά παρακολουθεί σεμινάρια υποκριτικής και τραγουδιού με τον Σταμάτη Κραουνάκη, από όπου ο συνθέτης την επιλέγει για να γίνει μέλος της μουσικοθεατρικής του ομάδας “Σπείρα- Σπείρα”. Παραμένει στη Σπείρα για 2,5 χρόνια συμμετέχοντας στις παραστάσεις «Μπιμπερό», «On the road» και στα «Χορικά : Αιωνία θητεία στο κάλλος», παράσταση που παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στη Μικρή Επίδαυρο το καλοκαίρι του 2006. Συμμετέχει στο CD «Πεθαίνοντας στην Αθήνα», της ομότιτλης ταινίας του Νίκου Παναγιωτόπουλου, σε συνθέσεις του Σταμάτη Κραουνάκη.
Την ίδια χρονιά γνωρίζεται με το συνθέτη Θάνο Μικρούτσικο ο οποίος μετά από οντισιόν της προτείνει συνεργασία για τις εμφανίσεις του στο Σταυρό του Νότου, δίπλα στον ερμηνευτή Γιάννη Κούτρα. Η συνεργασία αυτή συνεχίζεται και όλο το καλοκαίρι του 2007 με συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Τον Οκτώβριο του 2007 ο Θάνος Μικρούτσικος συστήνει την Ρίτα Αντωνοπούλου στο κοινό με την πρώτη τους δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Για φωνή και ορχήστρα», η οποία περιλαμβάνει αγαπημένα τραγούδια του μεγάλου Έλληνα συνθέτη διασκευασμένα από τον ίδιο μόνο για έγχορδα και πνευστά. Η ηχογράφηση γίνεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την Καμεράτα υπό τη διεύθυνση του διεθνούς φήμης μαέστρου Αλέξανδρου Μυράτ.
Συνεχίζοντας τις ζωντανές τους εμφανίσεις στο Μύλο της Θεσσαλονίκης, με την προσθήκη στο σχήμα του Μανώλη Μητσιά, και μετά από καλοκαιρινές περιοδείες καταλήγουν στη Σφεντόνα, κλείνοντας έτσι τον κύκλο αυτό στις αρχές του 2008. Η Ρίτα Αντωνοπούλου συνεχίζει τη συνεργασία της με το Μανώλη Μητσιά μέχρι και το τέλος του καλοκαιριού του 2008.
Το Σεπτέμβριο του 2008 την προσκαλούν για μια συναυλία στην Ολλανδία, όπου παρουσιάζει αποκλειστικά τραγούδια του Έλληνα συνθέτη. Γυρνώντας ξεκινά την ηχογράφηση της δεύτερης δισκογραφικής της δουλειάς με τίτλο «Πάμε ξανά απ’ την αρχή» σε συνθέσεις του Θάνου Μικρούτσικου και στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου, η οποία κυκλοφορεί τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, παράλληλα με την έναρξη των εμφανίσεων στο Σταυρό του Νότου δίπλα στο συνθέτη και στο Μιλτιάδη Πασχαλίδη. Η συνεργασία συνεχίζεται με μεγάλη περιοδεία σε όλη την Ελλάδα και τελειώνει το Σεπτέμβριο του 2009. Παράλληλα, συνεχίζει το 2009 με εμφανίσεις σε διάφορες μουσικές σκηνές στην Ελλάδα παρουσιάζοντας τη νέα της δισκογραφική δουλειά.
Τον Ιούνιο του 2009 εμφανίζεται για πρώτη φορά στο Ηρώδειο ως σολίστ με τη συνοδεία του Θάνου Μικρούτσικου και της Καμεράτας υπό τη διεύθυνση του Αλέξανδρου Μυράτ παρουσιάζοντας τραγούδια από τις δύο δισκογραφικές δουλειές με το συνθέτη. Το Νοέμβριο του 2009 ξεκινά εμφανίσεις στις «Γραμμές» δίπλα στο Μανώλη Μητσιά, ενώ παράλληλα παρουσιάζει σε μουσικές σκηνές σε όλη την Ελλάδα μια μουσική παράσταση για πιάνο και φωνή, που έχει ενθουσιάσει το κοινό.
Το καλοκαίρι του 2010 η Ρίτα Αντωνοπούλου θα συμπράξει με τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Χρήστο Θηβαίο και τον Γιάννη Κούτρα σε μια περιοδεία σε όλη την Ελλάδα, ενώ το φθινόπωρο του 2010 θα κυκλοφορήσει η τρίτη της δισκογραφική δουλειά με σπουδαίες συνεργασίες.
Ο Θάνος Μικρούτσικος γράφει για την Ρίτα Αντωνοπούλου:
«Η Ρίτα έχει το μεγάλο χάρισμα να τη «θέλει η σκηνή». Έχει το προνόμιο της αρθρωμένης εκφοράς του λόγου, δυναμικό τρόπο έκφρασης, είναι βαθύτατα μελετηρή, διευρύνει συνεχώς τις γνώσεις της και κυρίως μπορεί να κινηθεί σε μεγάλο μέρος του φάσματος του ελληνικού τραγουδιού. Οι ερμηνείες των τραγουδιών σε αυτή τη δουλειά έπρεπε να διαφοροποιηθούν από τις προηγούμενες, όχι για να αποφευχθεί η σύγκριση, αλλά γιατί η ύπαρξη της ορχήστρας αλλάζει τα δεδομένα. Κατάφερε να διατηρήσει μια αξιοθαύμαστη ισορροπία ανάμεσα στην έκφραση που απαιτεί το τραγούδι και στην πειθαρχία και ακρίβεια που απαιτεί η γραφή για συμφωνική ορχήστρα. Μπράβο της. Ένα χρόνο την ξέρω, και η μελέτη της καθώς και η απόδοσή της αυξάνονται διαρκώς. Μακάρι -όπως αρχίζει να φαίνεται- να εξελιχθεί σε total ερμηνεύτρια, κάτι που δεν υπάρχει τα τελευταία χρόνια στο ελληνικό τραγούδι».